Γράφει: Χριστίνα Σκορδή

Υακίνθη απ’ τη Ζάκυνθο… λοιπόν.  Ένα μελαχρινό όμορφο κορίτσι με μακριά μαλλιά, ένα συνεσταλμένο χαμόγελο και μια εκπληκτική  ομοιότητα με τον πατέρα της. Τον Δημήτρη Λάγιο, που φώναζε στα ζακυνθινά παπάκη και που τον θυμάται να κρύβει στις τσέπες του παιγνίδια και να σκαρώνει πλάκες για να τη βλέπει να χαμογελάει. Που πέρασε μαζί του τα πρώτα τρυφερά χρόνια της ζωής της. Και που σήμερα, τραγουδάει γι’ αυτόν και το έργο του, με τις αναμνήσεις μαζί του να μοιάζουν πια σαν σκηνές από κινηματογραφική ταινία. Αποσπασματικές και σκόρπιες…

Υακίνθη, λοιπόν;

«Ναι, κι ας μην είχα καμιά γιαγιά απ’ τη Ζάκυνθο μ’ αυτό το όνομα. Άρεσε όμως πολύ στον πατέρα μου. Είναι απ’ το λουλούδι ξέρεις…».


Το όνομα του πατέρα της θα το αναφέρει πολλές φορές κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Περισσότερες απ’ όσες θα περίμενα.  Ίσως γιατί συναισθηματικά φορτισμένη τις μέρες αυτές, ανεβαίνει στη σκηνή για άλλο ένα μουσικό αφιέρωμα στη μνήμη του, αν και τα γονίδια που πέρασαν απ’ αυτόν στην ίδια της δίνουν κάθε δικαίωμα να αποκοπεί, να βρει τον δικό της δρόμο στη μουσική. Θα της το πω, για να μου απαντήσει πως κάποια στιγμή το θέλησε. Να ακολουθήσει δηλαδή τις δικές της μουσικές αναζητήσεις, χωρίς τη διαδοχή της βαριάς κληρονομιάς, όπως κάθε νέος που ψάχνει να βρει τον δικό του εαυτό, χωρίς τα επιβαλλόμενα -που προκύπτουν μέσα από οικογενειακές παραδόσεις- θέλω. Όπως και να ‘χει, η ζωή της είναι η μουσική. Κυλάει στις φλέβες της και το γνωρίζει, ακόμα κι όταν λέει πως προτιμά να τραγουδάει με την πλάτη γυρισμένη για να μη φαίνεται, στο σκοτάδι. «Όταν μιλάω για μουσική, πάντα έρχεται στο μυαλό ο πατέρας μου κι ό,τι κληρονόμησα: την αγάπη, το πάθος, το αλλέγρο της Ζακύνθου»… Το παρομοιάζει μ’ αυτό της Κύπρου. Της δικής της δεύτερης πατρίδας. Όπως ήταν και του Δημήτρη Λάγιου. «Η Κύπρος κι η Ζάκυνθος ήταν οι δυο του πατρίδες, σαν μάνα και πατέρας, η οικογένειά του… Εδώ αισθανόταν πως θα ‘ρθει και θα συναντήσει τ’ αδέρφια του».


Μικρή τι μουσική άκουγες;

Μεγάλωσα με τη μουσική της Λένας Πλάτωνος και τη φωνή της Σαββίνας Γιαννάτου. Ήταν σταθμός στη ζωή μου. Όταν έφυγε ο πατέρας μου, περνούσαμε πολλές ώρες μαζί με τη μητέρα μου ακούγοντάς την. Με ιντρίκαρε όμως περισσότερο η ηλεκτρονική μουσική.

Τι θες απ’ τη μουσική και τι περιμένεις να σου δώσει αυτή;

Η μουσική είναι για μένα ολόκληρη η ζωή μου, δεν μπορώ να την αποφύγω. Άμα δεν υπήρχε, δεν θα ‘χα τόσο πάθος για πολλά πράγματα που μου συνέβησαν και συμβαίνουν στη ζωή μου. Η μουσική είναι ο δικός μου θεός. Αυτό που ξέρω να κάνω είναι να δίνω ψυχή και σώμα να επικοινωνώ με τον κόσμο, γιατί αυτό ακριβώς είναι που με κάνει να αισθάνομαι ολοκληρωτικά σαν άνθρωπος. Πολλές φορές βλέπω κάποιους ερμηνευτές και λέω θέλουν λίγο σπρώξιμο ακόμα. Κι αναφέρομαι στο πάθος, την ενέργεια, την αύρα, που χρειάζεται να διαθέτεις. Να πειραματίζεσαι. Να μη μένεις στάσιμος. Αυτή είναι η μουσική για μένα.

Ένιωσες κάποια στιγμή πως το όνομα του Δημήτρη Λάγιου θα ήταν ένα βαρύ φορτίο;

Επιστρέφοντας απ’ την Αγγλία θέλησα να κόψω τον ομφάλιο λώρο με το επίθετό μου. Ήθελα να το κερδίσω με το σπαθί μου. Αλλά τώρα πιστεύω πια πως βρίσκομαι στον σωστό δρόμο. Νιώθω την ανάγκη να τον υπηρετήσω. Είναι σαν αποστολή για μένα. Θέλω να είμαι ένας ερμηνευτής του έργου του. Κι αυτό το αποφάσισα μετά από μια εσωτερική μάχη.

Λογική δεν ήταν μια τέτοια αντίδραση;

Ναι, ήταν ένα μέρος της επανάστασής μου σαν παιδί. Όλοι περνάμε απ’ αυτό το στάδιο. Τώρα πιστεύω πως -αν και δεν είμαι αρκετά ώριμη, ακόμα αισθάνομαι σαν νεοσσός- είναι ώρα να κάνω κάτι για τον Δημήτρη Λάγιο.

Αν και ήσουν πολύ μικρή όταν έχασες τον πατέρα σου, υπάρχουν ζωντανές μνήμες;

Με βοήθησε σ’ αυτό πολύ η μητέρα μου, αυτή κράτησε ζωντανή τη μνήμη του για μένα. Δυστυχώς τον έχασα πέντε χρονών. Τι θα μπορούσε ένα παιδί στα πέντε του να θυμάται και να μην πονά… Είναι πολύ δύσκολες οι εικόνες. Αποσπασματικές κινηματογραφικές σκηνές.

Μουσική γράφεις;

Πολύ, αλλά μ’ αρέσει να την ακούω εγώ. Δεν λέω ότι γράφω, αλλά ότι αυτοσχεδιάζω φτιάχνοντας ατμόσφαιρα, με τα φώτα κλειστά. Δεν θέλω να βλέπω τον εαυτό μου, τα χέρια μου. Αν έχω κι ένα δυο ακροατές, θα μ’ άρεσε ακόμα περισσότερο. Αυτό έχω σπουδάσει, το μη προμελετημένο, το πειραματικό. Η μουσική μου δεν αναφέρεται ούτε στο πριν, ούτε στο μετά, αλλά στο τώρα. Στη στιγμή.

Και ποιοι είναι οι ήχοι του τώρα;

Ο ήχος που ακούμπησες το ποτήρι στο τραπέζι είναι το τώρα. Το σπουργίτι που ακούμε, η κόρνα, ο θόρυβος γύρω μας… οι ήχοι της ζωής μας.

Κάνοντας google το όνομά σου δεν σε βρήκα σχεδόν πουθενά. Την προβολή δεν την επιδιώκεις; 

Από μικρή μ’ αρέσει να κρύβομαι. Δεν πληροφορώ για τον εαυτό μου. Προτιμώ να ενδιαφερθούν για κάτι αλλιώτικο που μπορεί να κάνω παρά για μένα την ίδια.

Όταν τραγουδάς, όταν ανεβαίνεις στη σκηνή, έχεις την ίδια ανάγκη;

Αν μπορούσα να τραγουδήσω με την πλάτη στο κοινό, θα το έκανα. Θα θεωρηθεί ασέβεια όμως, γι’ αυτό και δεν το επιδιώκω. Έγινε μόνο μια φορά, όταν έκανα μια παράσταση στην Κυψέλη. Γινόταν σ’ ένα οικόπεδο, έπαιζα ινδικό αρμόνιο, και ζήτησα απ’ τον διοργανωτή να μη φαίνομαι. Ζήτησα να με καλύψουν με ένα πλαστικό που υπήρχε εκεί σε περίπτωση που έπιανε βροχή. Και φαινόταν μόνο η σκιά μου και ακουγότανε ο ήχος. Αυτό πρέπει να θέλει ο κόσμος, τον ήχο. Δεν χρειάζονται τα μάτια όταν ακούς μουσική. Μπορούμε να αισθανθούμε και χωρίς τα μάτια. Την υπογραφή σου μπορείς να τη βάλεις μόνο με τη φωνή σου.

Είναι είδος εσωστρέφειας αυτή η ανάγκη σου; 

Όχι. Όταν τραγουδούσα Θεοδωράκη, για παράδειγμα, ένιωθα πως δεν μπορούσα να είμαι εκεί στη σκηνή πλάι σε μια τέτοια προσωπικότητα. Απ’ την άλλη αντιδρώ γιατί έχουμε χάσει το μέτρο. Είμαι κατά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και δεν θέλησα ποτέ να ανήκω σ’ αυτό το κομμάτι του λεγόμενου lifestyle.

Πρωτοσυνεργάστηκες με την Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης…

Ήταν τρομακτικό. Ήτανε όλα τα μάτια κι άλλα τόσα αφτιά επάνω σε ένα κοριτσάκι που δεν είχε ακόμη εμπειρία  στη σκηνή. Βλέποντας τον Μίκη να σηκώνει το χέρι του και να διευθύνει την ορχήστρα στο Παλλάς αισθανόμουν δέος. Ήταν τιμή μου να τραγουδήσω μαζί τους. Ο Θεοδωράκης συμπεριφέρθηκε με γενναιοδωρία και αγάπη απέναντί μου, γράφοντας τη συστατική επιστολή που χρειαζόμουν για το πανεπιστήμιο και τις σπουδές μου. Ήταν μεγάλη η τιμή.

Και ποιος είναι ο στόχος σου σήμερα; Μια πορεία με μουσική;

Ναι, βεβαία, η μουσική για μένα είναι η αρχή και το τέλος. Θέλω να δημιουργήσω, να επικοινωνήσω, να συνομιλήσω με τον πατέρα μέσα από τη διαφορετικότητά μου.

Επιδιώκεις το δέσιμο που είχε ο πατέρας σου με την Κύπρο;

Τον θέλουμε αυτόν τον δεσμό, τόσο εγώ όσο και η μητέρα μου. Θέλουμε να τον τιμούμε χωρίς να τον παραβιάζουμε. Ο δεσμός είναι τόπος, είναι ήχοι, προπαντός όμως οι αγαπημένοι φίλοι, δικοί του και δικοί μας. Κάθε επιστροφή εδώ είναι μια βαθιά επιθυμία που πραγματοποιείται. Αισθανόμαστε τη συνέχεια και τη θέλουμε. Η Κύπρος είναι ένας τόπος που αγαπάμε.


Info: Συναυλία «25 χρόνια συντροφιά με το Δημήτρη Λάγιο». Τραγουδούν Γιώργος Νταλάρας, Φωτεινή Βελεσιώτου, Δώρος Δημοσθένους, Υακίνθη Λάγιου και η Διάσταση υπό τη διεύθυνση της Αντριάνας Σεργίδου. Σκουριώτισσα, 16/7, 20:30, 25372855, 77777040, 22583500